Απόσπασμα από το editorial του 8ου τεύχους του περιοδικού Πρόταγμα
[ … ]
Η Ελλάδα ως μέρος του γενικότερου προβλήματος
Αυτό που έχει σημασία να τονίσουμε είναι το εξής: Από τη στιγμή που, εντός ενός κόσμου βαθύτατα διαμορφωμένου, σε παγκόσμιο επίπεδο, από την ανάδυση του καπιταλισμού, ο ίδιος αυτός ο καπιταλισμός δείχνει να χάνει σταθερά τη δυναμική του κατά τις τέσσερις τελευταίες δεκαετίες (μέσα στο πλαίσιο της γενικότερης αποσύνθεσης του δυτικού πολιτισμού), το πρόβλημα της παγκόσμιας ανάπτυξης παραμένει δυνητικά άλυτο. Ο Πρώτος Κόσμος αδυνατεί να υπερβεί τις αντιφάσεις του, των οποίων συγκάλυψη και κακού τύπου εκλογίκευση συνιστά ο νεοφιλελευθερισμός, ενώ ο Δεύτερος κι ο Τρίτος Κόσμος χάνουν πλέον οριστικά κάθε ελπίδα εξόδου από τη χρόνια υπανάπτυξη και τη φτώχεια. Το ελληνικό πρόβλημα συνιστά απλώς κομμάτι αυτής της δεύτερης πτυχής της διαπίστωσης και γι’ αυτό τονίσαμε παραπάνω πόσο εκτός θέματος κι επιφανειακές είναι οι κουταμάρες των εγχώριων φιλελεύθερων ζουλού που θεωρούν ότι το ελληνικό πρόβλημα έγκειται στον υπερτροφικό «κρατισμό». Εδώ καταρρέει ο κόσμος που αρχίζει να δημιουργείται τον 17ο αιώνα κι οι τα μανδραβελοειδή ασχολούνται με τον Λαφαζάνη…
Αυτό, δε, που είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι πως τις ίδιες ψευδαισθήσεις μοιράζονται κι οι θανάσιμοι αντίπαλοι αυτού του «εθνομηδενιστικού, μεταμοντέρνου κι ανερμάτιστου» -όπως θα τον χαρακτήριζαν- φιλελευθερισμού. Π.χ. σε μια ολομέτωπη κριτική του στον ΣΥΡΙΖΑ ο Γ. Καραμπελιάς κατέληγε στα εξής: «Έτσι, λοιπόν, ο Τσίπρας και οι σπεύδοντες της παρέας του έφθασαν να μην έχουν άλλη διέξοδο από την εφαρμογή των μνημονίων με τις λιγότερες δυνατές απώλειες, εναποθέτοντας τις ελπίδες τους στους Αμερικανούς, που θέλουν να διατηρήσουν την Ελλάδα στην ευρωζώνη για γεωπολιτικούς λόγους. Το καλύτερο που έχουν να κάνουν λοιπόν, είναι, μεταβάλλοντας την ανάγκη σε φιλοτιμία, να μιλήσουν ειλικρινά στον ελληνικό λαό, να οδηγηθούν σε άμεση ρήξη με τις εθνομηδενιστικές αρλούμπες της ιδεολογίας τους, να προωθήσουν την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και να καλέσουν όλους τους Έλληνες σε συστράτευση» . Ποιος όμως θα κάνει «παραγωγική ανασυγκρότηση» στην Ελλάδα; Ποιος θα τραβήξει το κάρο της ανάπτυξης; Η ανύπαρκτη και παρασιτική «καπιταλιστική» τάξη; Ποιος θα οργανώσει το πέρασμα σε άλλα, ενδεχομένως, οικονομικά μοντέλα; Το εντελώς ανοργάνωτο και ανίκανο κράτος; Και ποιος θα στηρίξει και θα εμψυχώσει μια τέτοια προσπάθεια, ο πολιτικά παθητικός λαός που είδαμε προηγουμένως, σημαντικό κομμάτι του οποίου ζει ακόμη με το όνειρο της υλικοτεχνολογικής αφθονίας και της μετατροπής της Ελλάδας σε μια ολοκληρωμένη κοινωνία της κατανάλωσης όπως οι καθεαυτό δυτικές ή τα ασιατικά τους κακέκτυπα σαν τους λεγόμενους «Τέσσερις Δράκους» (Ν. Κορέα, Χονγκ Κονγκ, Ταϊβάν, Σιγκαπούρη); Είναι σαφές ότι δεν μπορούμε να ξεμπερδεύουμε με το πρόβλημα, τραυλίζοντας υπέρ μιας «εθνικής αναγέννησης» που περνά μέσα από την παραγωγική ανασυγκρότηση γενικά κι αόριστα. Το ζήτημα είναι πολύ πιο βαθύ και περίπλοκο και ως εκ τούτου η ανθρωπολογική διάσταση στη κουβέντα καθίσταται αναγκαία, προκειμένου να εντοπίσουμε τους παράγοντες για τους οποίους η ελληνική οικονομία είναι αυτή που είναι αλλά και να ψυχανεμιστούμε τους δρόμους διά των οποίων θα μπορούσαμε, ενδεχομένως, να βγούμε από το σημερινό αδιέξοδο.
Αποανάπτυξη: η μόνη δυνατή διέξοδος
Δεδομένων των συνθηκών λύση οριστική στο πρόβλημα δεν υπάρχει: Συνέχιση των μνημονιακών πολιτικών απλώς θα επιδεινώσει την αργή παρακμή της χώρας, εντείνοντας την διάλυση της κοινωνίας σε επίπεδο «λειτουργικό» (οικονομικό, διοικητικό, τεχνικό)• έξοδος απ’ το Ευρώ δίχως λαϊκή υποστήριξη, θα οδηγήσει μάλλον σε άνοδο της Χρυσής Αυγής, καθώς οι μάζες των «εξαπατημένων» από τον ΣΥΡΙΖΑ μικροαστών θα ψάχνουν έκφραση σε αυτόν που θα τους υπόσχεται περισσότερες κρεμάλες στο Σύνταγμα και τουφεκισμούς στο Γουδή ή υλική προστασία μέσω τοπικών μαφιών. Άλλωστε, εδώ θα πρέπει να ξεκαθαριστεί και το εξής: Η αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ δεν εντοπίζεται μόνο στη λανθασμένη διαπραγματευτική του στρατηγική, αλλά ήταν κατά κάποιον τρόπο προδιαγεγραμμένη, προτού ακόμα πάρει για πρώτη φορά την εξουσία, τον περασμένο Ιανουάριο. Μια συνεκτική σοσιαλδημοκρατική πολιτική είναι πλέον ανεφάρμοστη. Ακόμα και αυτή η νερωμένη σοσιαλδημοκρατία, που θα ήθελε να εφαρμόσει ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορεί να αποτελέσει πλέον εφικτό πρόγραμμα, και αυτό όχι απλώς επειδή ο συσχετισμός δυνάμεων στην Ευρώπη είναι συντριπτικά εναντίον της. Η βασική αιτία βρίσκεται στην ιστορική συγκυρία, η οποία αποτελείται από μια ταυτόχρονη διάλυση κάποιων βαθιών δομών του ίδιου του καπιταλισμού, στα πλαίσια των οποίων εφαρμόζονται οι κεϊνσιανές πολιτικές, μαζί με την σταδιακή εξάντληση των ορυκτών πηγών ενέργειας και ορισμένων μεταλλευτικών κοιτασμάτων αλλά και την περιβαλλοντική κρίση: Έχουμε μπει, με άλλα λόγια, σε μια διαδικασία ανεπανόρθωτης φθοράς κι εξάντλησης των υλικών και οικονομικών θεμελίων μιας σοσιαλδημοκρατικού τύπου διαχείρισης του καπιταλισμού. Το πιο περίλαμπρο τέκνο αυτής της διαχείρισης, η μεταπολεμική κοινωνία της αφθονίας δεν εξαφανίζεται απλώς γιατί το θέλουν οι νεοφιλελεύθεροι, αλλά γιατί αυτή είναι κατά κάποιον τρόπο η αναπόδραστη εξέλιξη των πραγμάτων. Ακόμα, με άλλα λόγια, και να γέμιζε η Ευρώπη με Λαφαζάνηδες και Μελανσόν, θα έσπαγαν τα μούτρα τους όλοι μαζί αργά ή γρήγορα, εφόσον οι φιλόδοξες πολιτικές τους θα προσέκρουαν βίαια στις πραγματικότητες της σημερινής κοινωνικοϊστορικής συγκυρίας.
Η μόνη λύση την οποία εμείς μπορούμε να φανταστούμε, δεδομένων όλων αυτών των εξελίξεων, είναι μια λύση μακροπρόθεσμη και μάλλον απίθανη, βάσει των σημερινών ιστορικών δεδομένων. Πρόκειται, επιπλέον, για μια λύση αναγκαστικά διεθνούς φύσης, καθώς δε γίνεται να αναδυθεί και να ριζώσει μέσα στο πλαίσιο ενός μόνο έθνους -και δη ενός τόσο μικρού όσο η Ελλάδα. Μιλάμε, φυσικά, για την υπόθεση μιας ευρείας πολιτιστικής και ανθρωπολογικής αλλαγής, μιας αλλαγής αξιών και παραδείγματος, η οποία θα μας επιτρέψει να εξέλθουμε από το σύνολο της παρακμιακής εκδοχής των ετερόνομων και βλαβερών συνιστωσών της δυτικής νεωτερικότητας που έχουν εδώ και καιρό αναχθεί σε παγκόσμιες και καθολικές προσταγές: λατρεία της «ανάπτυξης» και της τεχνολογικής «προόδου», εθισμός στην κατανάλωση και προώθηση μιας τουριστικής σχέσης με το παρελθόν και το περιβάλλον, διάδοση ενός χαρούμενου και αδαούς μηδενισμού πάνω στο έδαφος μιας υλοφροσύνης που καταστρέφει κάθε ανάγκη πνευματικής αναζήτησης. Πρόκειται για το πρόταγμα της αποανάπτυξης, που διεκδικεί την έξοδο όχι απλώς από τον καπιταλισμό, αλλά από το παραγωγίστικο μοντέλο και τη λατρεία της «Προόδου» που εμψυχώνουν τις διάφορες εκδοχές καπιταλισμού. «Λιτός βίος», με άλλα λόγια, όπως διακηρύττει κι ο σύντροφος Βαρουφάκης -με τη μόνη διαφορά πως εμείς δεν εννοούμε τα κασκόλ Μπέρμπερι, τις φωτογραφήσεις στο Paris Match, τις μηχανές μεγάλου κυβισμού και τη γενικότερη ζωάρα μεταξύ Διονυσίου Αρεοπαγίτου και Αίγινας. Εν πάση περιπτώσει, μόνο μια τέτοια κατακλυσμιαία και, επομένως, επαναστατική αλλαγή θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια θεμελιώδη τροποποίηση των όρων του προβλήματος.
Για εμάς το πρόταγμα της αποανάπτυξης δεν είναι στενά οικονομικό, μα συνολικά ανθρωπολογικό. Έχουμε κατηγορηθεί στο παρελθόν ότι δεν παίρνουμε ξεκάθαρη θέση ως προς το ζήτημα των επιθυμητών πολιτικών προκειμένου να επιτευχθεί η πολυπόθητη «έξοδος από την κρίση». Κι όμως έχουμε επιμείνει να τονίζουμε πως διλήμματα του τύπου «ευρώ ή δραχμή» είναι δευτερεύοντα και δυνάμει αποπροσανατολιστικά. Ελπίζουμε ότι, βάσει του κατεβατού που προηγήθηκε, η στάση μας αυτή γίνεται στοιχειωδώς κατανοητή. Δε θα μπούμε εδώ στη συζήτηση των υλικών προϋποθέσεων της πιθανής πραγματοποίησης μιας τέτοιας αλλαγής, καθώς πρόκειται για ζήτημα τεράστιο και ιλιγγιώδες. Σκοπεύουμε όμως να αρχίσουμε να το εξετάζουμε σιγά σιγά στα επόμενα τεύχη του περιοδικού.
[ … ]
Περισσότερα εδώ:https://protagma.wordpress.com/

You must log in to post a comment.